Διψά
ο Έλληνας για ήρωες. Σαν λυσσασμένο σκυλί τους αναζητά και σαν τους βρει πέφτει
με τα μούτρα πάνω τους. Τους αποθεώνει, στον ώμο τους γέρνει να πει τον πόνο
του, να πει τα μυστικά του. Έπειτα, σε αυτούς πάνω στηρίζει τα όνειρα και τις ελπίδες
του. Αυτοί κρατούν το λάβαρο και πίσω ο όχλος ακολουθεί πιστά, άλλοτε φωναχτά
και άλλοτε σιωπηλά. Κυρίως φωναχτά. Γιατί έτσι είναι ο Έλληνας, αρέσκεται στο να
κάνει θόρυβο. Σιγά σιγά ξεπροβάλλουν και οι άλλοι Έλληνες. Αυτοί που είναι
ενάντια σε αυτούς τους ήρωες. Τους θεωρούν παράσιτα. Τους βρίζουν σε κάθε
ευκαιρία. Και ο λόγος είναι ένας: οι ίδιοι πιστεύουν ότι αξίζουν καλύτερα από εκείνους
και πάνω τους βγάζουν το μίσος και το μένος τους, για τη δική τους κατάντια. Γιατί αν δεν ήταν αυτός, θα ήμουν εγώ. Με
έφαγε το τσογλάνι.
Και εκεί χωρίζονται σε στρατόπεδα. Ω ναι ο Έλληνας ζει για να βρίσκεται σε στρατόπεδα. Σε μάχες. Έχει περάσει στο dna του με τόσους πολέμους στο ενεργητικό του, πραγματικά αδυνατώ να το εξηγήσω αλλιώς. Είναι σαν το αίσθημα της κατοχής, που παραμονεύει σε πολλούς από εμάς. Να πάρουμε για να έχουμε αποθέματα ξηρής τροφής. Να μην πετάμε το τενεκεδένιο κουτί από τον καφέ, κάπου θα χρησιμεύσει, ούτε το πλαστικό κουτί από την φέτα, «βρίσκεται». Και έτσι γεμίζουν τα ντουλάπια με μεγάλα και μικρά κουτιά στριμωγμένα το ένα πάνω στο άλλο, χωρίς να υπάρχει λόγος. Ο φόβος να ξεμείνεις από τάπερ και να μην έχεις ένα τέτοιο κουτί σε πλακώνει Έλληνα. Όπως σε πλακώνει και εκείνο το βάρος στα στήθια, ξέρεις μωρέ τι λέω, εκείνο το βάρος που έχεις σαν ξαπλώσεις το βράδυ στο κρεβάτι. Είμαι άξιος;
Είσαι
ρε φίλε; Πραγματικά κάνε μια χάρη στον εαυτό σου και απάντησε αυτή την απλή ερώτηση.
Αυτή
η ανασφάλεια σε οδηγεί στο να λυσσάς για ήρωες. Να σου θυμίσω λίγο πως το
λυσσασμένο σκυλί πέφτει με τα μούτρα πάνω στο στόχο του. Έτσι και εσύ άνθρωπε
πέφτεις με την ίδια λύσσα πάνω στους ίδιους σου τους ήρωες. Και τους αφανίζεις.
Τους ισοπεδώνεις. Και εκεί ζεις για να δεις το τέλος. Και γι αυτό φροντίζουν
καλά όλα τα μέσα μαζικής ενημέρωσης. Με κάθε λεπτομέρεια σου εξηγούν την πτώση,
το λάθος, τη μοιραία στιγμή. Και εσύ προσηλωμένος στον καναπέ σου μασουλώντας πατατάκια
κάθεσαι και παρακολουθείς ότι σε ταΐζουν. Τζάμπα είναι. Στο σαλόνι του σπιτιού
σου είσαι. Δεν ξοδεύεσαι κιόλας. Και από
εκείνο το καναπέ κάνεις την δική σου επανάσταση. Εμ πως. Είπαμε έχεις και μια
ιστορία μαχών στο ενεργητικό σου. Βρίζεις/δικάζεις παρουσιαστές, δημοσιογράφους,
τηλεπερσόνες. Ανεβάζεις στάτους σε κοινωνικά δίχτυα εκφράζοντας την δυσαρέσκεια
σου. Και όπου μπορείς εναντιώνεσαι. Και μετά πέφτεις σε αυτόν που έχει
διαφορετική άποψη από σένα - και από τον ίδιο καναπέ - πατάς τα
πλήκτρα του κινητού σου σχηματίζοντας λέξεις που θα χτυπήσουν ανεπανόρθωτα τον
αντίπαλο. Και ο πόλεμος συνεχίζεται: με την κατίνα, τον ανάγωγο, την περσόνα,
τον σταρ, τον αμόρφωτο, τον χωριάτη, τον ποιοτικό, τον λαϊκό και πάει λέγοντας.
Το λεξιλόγιο σου πλούσιο, έχεις να πεις πολλά. Και εκεί κάπου σου τελειώνει το
κουτί με τα πατατάκια και κάνεις ένα διάλειμμα από τον «αγώνα». Παίρνεις
τηλέφωνο την Σούλα την γειτόνισσα να δεις αν έμαθε κάτι άλλο για τον εκάστοτε
ήρωα. Μπορεί να βλέπει άλλη εκπομπή, να διαβάζει άλλα σάιτ…
Οι
μέρες περνούν και η σκιά του συγκεκριμένου ήρωα δεν σου κάνει πια κέφι.
Τον ξεζούμισες δεν έχει άλλο. Και ξημερώνει εκείνο το ευλογημένο πρωί που
έρχεται σαν μάνα εξ ουρανού ο νέος ήρωας. Χαρά που έχεις. Μέχρι και κρασί
ανοίγεις μαζί με τα πατατάκια σου. Και στρωμένος στον ίδιο καναπέ τον χαζεύεις.
Παρουσιάζεται τόσο ωραία. Επιτέλους η ζωή
αποκτά και πάλι νόημα.
Σου
είναι πιο εύκολο να ζεις μέσα από την ζωή του ήρωα σου. Γιατί έτσι αποφεύγεις
την δική σου πραγματικότητα. Αυτή που αδυνατεί να σου ξυπνήσει το οποιοδήποτε
συναίσθημα πια. Και εσύ προτιμάς να αισθάνεσαι με βάση το τι σου πλασάρει αυτό
το βρωμοκούτι με τις πολλές φωνές. Άπραγος στη ζωή. Άτσαλος στα συναισθήματα. Άβουλο
όν.
Ψευτοζείς.
Μεγαλώνεις
σε ένα συναισθηματικά στείρο περιβάλλον. Μασουλώντας πατατάκια και ενίοτε
πίνοντας κρασί.
Και
η ζωή περνά.
Και
φταιν οι άλλοι.
Και
ζουν οι άλλοι.
Και
προχωρούν οι άλλοι.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου